Το ευρώ, το χρέος και «το πιστόλι στον κρόταφο»…

Η έξοδος από τα δεσμά της ΕΕ και ο στόχος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής

γράφει ο Κώστας Φουρίκος

Η αλήθεια είναι πως αν κοιτάξει κανείς πίσω και θυμηθεί την περίοδο που το ευρώ αποτελούσε για την Ελλάδα -πάντα σύμφωνα με τη κυρίαρχη αστική λογική- κάτι σαν τη γη της επαγγελίας, θα διαπιστώσει ότι δεν πρόκειται για μια ιδιαίτερα μακρινή περίοδο. Ο πολιτικός χρόνος βέβαια, όπως ορθώς συνηθίζεται να λέγεται, δεν μετριέται έτσι απλά. Όλα όσα έχουν μεσολαβήσει τα τελευταία δύο και πλέον χρόνια, έχουν αλλάξει άρδην το τοπίο κάνοντας ανάμεσα στα άλλα την περίοδο της αστικής ηγεμονίας γύρω από τη «θετική επιλογή» του ευρώ και της Ε.Ε. να φαντάζει ιδιαίτερα μακρινή.

Από δήθεν ελεύθερη επιλογή, καταναγκασμός και τρομοκρατία

Σήμερα σύσσωμος ο κόσμος του κεφαλαίου από τους ντόπιους αστούς πολιτικούς και δημοσιολόγους μέχρι τα επιτελεία των Βρυξελλών δεν δίνει πλέον τη μάχη της παραμονής στο ευρώ και την ΕΕ από τη σκοπιά της δήθεν ελεύθερης επιλογής με το καταφανέστατο θετικό φορτίο την οποία μόνο κάποιος ανόητος δεν θα έκανε αν είχε τη δυνατότητα. Σήμερα η αστική πολιτική ποντάρει στο παιχνίδι του τρόμου και μετατρέπει το ευρωπαϊκό όραμα σε μονόδρομο εκ του οποίου η όποια παρέκκλιση ισοδυναμεί με κάτι σαν βιβλική καταστροφή ή την κόλαση του Δάντη.

Κάπως έτσι, όλο το προηγούμενο διάστημα μέχρι και σήμερα, βασικό στοιχείο στην άσκηση πολιτικής στην εποχή της τρόικας και του μνημονίου αποτέλεσαν οι δήθεν συγκρούσεις της ελληνικής κυβέρνησης (αρχικά αυτής του ΠΑΣΟΚ και στη συνέχεια της τρικομματικής του Παπαδήμου) αλλά και των υπολοίπων «προθύμων» (ΝΔ, ΛΑΟΣ και το κακό συναπάντημα)με τα επιτελεία της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ. Ειδικά στις περιόδους των θρυλικών «διαπραγματεύσεων» γύρω από τις εθνοσωτήριες δόσεις της οικονομικής βοήθειας, οι μάχες των ελλήνων κυβερνητικών με τους ευρωπαίους ομολόγους τους, η πίεση που τους ασκούνταν, τα ηρωικά βέτο που αυτοί άσκησαν (!) και πολύ περισσότερο οι νίκες που απέσπασαν (το «εδώ γελάμε» ως φράση αποδεικνύεται ελάχιστη και αναντίστοιχη στο συγκεκριμένο σημείο) αποτέλεσαν χιλιοπαιγμένα επεισόδια ενός πολιτικού σήριαλ ιδιαίτερα κακής αισθητικής.

Αν ψάξει κανείς κάπως πρόχειρα στο διαδίκτυο θα βρει δεκάδες αναφορές σε εφημερίδες και λοιπή αρθρογραφία της φράσης «με το πιστόλι στον κρόταφο» ως περιγραφή της κατάστασης στην οποία είχε και έχει περιέλθει η «ελληνική πλευρά» όσον αφορά τη σχέση της με την τρόικα και κυρίαρχα τις Βρυξέλλες. Οι πρόσφατες δηλώσεις Χρυσοχοίδη μάλιστα με κεντρικό μότο την παραπάνω φράση και κερασάκι στην τούρτα την παραδοχή της αδυναμίας του να διαβάσει αυτό που ψήφισε πρόσθεσαν και μια ακόμη τραγελαφική εκδοχή στο εν λόγω σήριαλ.

Ποιος κρατάει το πιστόλι…

Αν κάποιος βέβαια βρέθηκε και βρίσκεται να λειτουργεί υπό πίεση, απειλή, κάτω από πιστόλια, κανόνια και οτιδήποτε άλλο, όλο αυτό το διάστημα, δεν είναι το σάπιο πολιτικό σύστημα της αστικής κυριαρχίας και τα πρόσωπα που το στελεχώνουν. Αυτοί, όπως έχει αποδειχτεί μέσα ακόμη και από όχι τόσο καθοριστικής σημασίας λεπτομέρειες (βλέπε δημοσιοποίηση του πραγματικού χρόνου έναρξης της μεθόδευσης του μνημονίου από το Γ. Παπανδρέου κλπ) δεν βρέθηκαν ούτε καν προ εκπλήξεως. Είχαν επίγνωση του τι θέλουν να φέρουν σε πέρας και αποδέχονται «στωικά» τη συνέπεια του πολιτικού κόστους με αντάλλαγμα τα οφέλη που αποκόμισαν και αποκομίζουν για τις υπηρεσίες τους . Αν δεν το έκαναν άλλωστε απλά θα έχαναν το ρόλο τους σε ένα παιχνίδι εξουσίας που σε τελική ανάλυση δεν καθορίζεται από τους ίδιους αλλά από τα αφεντικά τους, στων οποίων τα χέρια βρίσκεται η οικονομία και η παραγωγή. Τελικά ελπίζουν ακόμη και να αντιρροπήσουν στο μέλλον το πολιτικό τους κόστος, υπηρετώντας το σύστημα που τους ανέδειξε, η διατήρηση της κυριαρχίας του οποίου, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει αβάσταχτες θυσίες και καταστροφή για τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, αποτελεί το μοναδικό εχέγγυο όσον αφορά την πολιτική τους διάσωση.

Η αλήθεια λοιπόν βρίσκεται αλλού. Αν για κάποιον σήμερα γίνεται προσπάθεια ώστε να βρίσκεται και να λειτουργεί διαρκώς υπό το κράτος του φόβου και της σύγχυσης, αυτός είναι ο λαϊκός παράγοντας. Είναι ο εργαζόμενος λαός που πρέπει με το ζόρι να αποδεχτεί τη μείωση των μισθών, την ανεργία, την ανέχεια ως μονόδρομο. Που αν και πλέον καταλαβαίνει, με έναν έστω και αφηρημένο τρόπο, ότι το μνημόνιο δεν αποτέλεσε μια «εθνική», αλλά μια ταξική επιλογή με την οποία άλλοι (λίγοι) κερδίζουν και άλλοι (πολλοί) χάνουν, δεν του επιτρέπεται να έχει καμία άλλη εναλλακτική πέραν αυτής και τέτοιου τύπου επιλογών. Που αν και πλέον αντιλαμβάνεται, πάλι με αφηρημένο τρόπο, ότι «με τη δραχμή ήταν καλύτερα», ότι δηλαδή το πραγματικό του εισόδημά είχε μεγαλύτερη πραγματική αξία πριν το ευρώ, τα προϊόντα της αγροτικής παραγωγής ήταν πιο ανταγωνιστικά κλπ δεν επιτρέπεται να κάνει τέτοιες σκέψεις γιατί η όποια υλοποίησή τους θα έφερνε περαιτέρω καταστροφή. Άλλωστε τώρα δεν έχει σημασία να σκέφτεται ο λαός κάποια προοπτική έξω από την ΕΕ… Η τελευταία εξέλιξη περιλαμβάνει την απειλή της εκδίωξης της Ελλάδας αν δε συμμορφωθεί με τις υποδείξεις. Ας εξετάσουμε αυτή την απειλή…

Ποιος απειλείται από την πιθανή έξοδο της Ελλάδας από την ΕΕ και το ευρώ

Στις αρχές του περασμένου Οκτώβρη, την περίοδο δηλαδή που οι ψίθυροι στους διαδρόμους των Βρυξελλών για την απειλή της αποπομπής της Ελλάδας από την ευρωζώνη φούντωναν, δημοσιοποιούνταν η έκθεση του ινστιτούτου Stratfor, σύμφωνα με την οποία, το άμεσο αποτέλεσμα μιας υποτιθέμενης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ σήμερα, θα ήταν το κόστος των 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ για την κάλυψη και τη μη χρεωκοπία χωρών από τις οποίες η Ελλάδα έχει δανειστεί, τη στήριξη τραπεζών και τη στήριξη συγκεκριμένων χρηματαγορών, όπως αυτής της Ιταλίας που κινδυνεύουν ακόμη περισσότερο από ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Για να κατανοήσουμε καλύτερα το τι θα σήμανε η αποπομπή της Ελλάδας από το ευρώ και το κατά πόσο αποτελεί πραγματική επιλογή της άρχουσας τάξης στην Ευρώπη πρέπει να ξανακοιτάξουμε έστω και λίγο πρόχειρα τι σήμανε η είσοδος και πολύ περισσότερο τι σημαίνει στην περίοδο της κρίσης η παραμονή της στην ευρωζώνη και την Ε.Ε.

Για τις ηγεμονικές μερίδες του δυτικοευρωπαϊκού κεφαλαίου η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σήμανε κατ’ αρχήν τη δυνατότητα να γίνουν πιο ανταγωνιστικές και να ισχυροποιηθούν στα πλαίσια του διεθνούς ανταγωνισμού. Συμβάδιζε με την τάση διεθνοποίησης που εμφάνιζαν και υποσχόταν σημαντική ανάταση της κερδοφορίας τους (ειδικά για τα πιο δυναμικά τμήματά τους, το τραπεζικό – χρηματιστικό και αυτό που είχε ήδη πολυεθνική – πολυκλαδική συγκρότηση και διαπλοκή) και διεύρυνση των αγορών στις οποίες θα αποκτούσαν με ευνοϊκούς όρους πρόσβαση. Η ΕΕ και η ευρωζώνη ειδικότερα δε σήμανε βέβαια ακριβώς τα ίδια για τον ευρωπαϊκό νότο. Εξαιτίας της ανισομετρίας στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης και των εφαρμοζόμενων πολιτικών των ηγεμονικών μερίδων του δυτικοευρωπαϊκού κεφαλαίου και των οργάνων της ΕΕ, οδήγησε –πέρα από την επίθεση στην εργατική τάξη που αφορά όλες ανεξαιρέτως τις χώρες της ευρωζώνης από τις πιο «ισχυρές» μέχρι τις πιο «αδύναμες»– σε μια μορφή αποδιάρθρωσης κι αναδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού ορισμένων κρατών, συμπίεσης ζωτικών τομέων της παραγωγής τους, «κλαδέματος» μικρών και μεσαίων αστικών τμημάτων, επιδείνωσης του εμπορικού ισοζυγίου, απογείωσης του χρέους. Είναι χαρακτηριστικό ότι το εμπορικό έλλειμμα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου ισοδυναμεί με το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας. Σε ότι αφορά τον ελληνικό καπιταλιστικό σχηματισμό, τα χρόνια της συμμετοχής στην ΕΕ το χρέος από 20% το 1980, έφτασε στα 80% το 1990, στο99% το 1993 και έκτοτε κυμαινόταν στο 110-112%,ως το 144% του 2010. Για κάθε 100 ευρώ κοινοτικών κονδυλίων που εισέρεαν, το δημόσιο χρέος αυξανόταν κατά 250 ευρώ.

Παρ’ όλα αυτά και για τις χώρες του νότου η ένταξη και πολύ περισσότερο η παραμονή τους σήμερα στη ζώνη του ευρώ, σημαίνει πολύ συγκεκριμένα και σημαντικά πράγματα, πρώτα και κύρια για τις «δικές τους» αστικές τάξεις αλλά φυσικά και για τα συμφέροντα των κυρίαρχων μερίδων του κεφαλαίου στην ΕΕ. Κατ’ αρχήν και σε αυτές τις χώρες, ΕΕ και ευρωζώνη, εκ φύσεως ευνόησαν άμεσα τα πιο δυναμικά τμήματα και αυτών των όχι τόσο δυνατών αστικών τάξεων: τα τμήματα με πολυεθνική – πολυκλαδική συγκρότηση και το τραπεζικό κεφάλαιο. Ακόμη περισσότερο, η ένταξη και η παραμονή αυτών των χωρών στα δεσμά του ευρωπαϊκού οράματος αποτελεί τη σημαντικότερη εγγύηση για τη διατήρηση και ενίσχυση της πολιτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου πάνω στις δυνάμεις της εργασίας απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη και την ανάταση της κερδοφορίας του. Ειδικότερα όσον αφορά την Ελλάδα οι πολιτικοί λόγοι για την παραμονή σε Ε.Ε. – ΟΝΕ είναι ιδιαίτερα σημαντικοί. Όπως στην πρώτη επικίνδυνη περίοδο της μεταπολίτευσης η επιλογή της εισόδου στην ΕΕ ήταν μια επιλογή στήριξης της αστικής πολιτικής κυριαρχίας πάνω στις δυνάμεις της εργασίας, έτσι σήμερα στην ακόμη πιο επικίνδυνη περίοδο της κρίσης η ανάγκη διατήρησης αυτής της κυριαρχίας καθιστά το ασφυκτικό για τους εργαζόμενους πλαίσιο της ΕΕ κομβικό εργαλείο.

Να νικήσουμε την καταστροφολογία, να αλλάξουμε τους κανόνες του παιχνιδιού!

Είναι μάλλον σαφές, ότι σε αυτό το πλαίσιο, το ενδεχόμενο της ύπαρξης της Ελλάδας έξω από την ΕΕ και την ευρωζώνη δεν αποτελεί πραγματική επιλογή ούτε για την ελληνική αστική τάξη ούτε για το δυτικοευρωπαϊκό κεφάλαιο. Θα μπορούσε να υπάρξει αυτή η επιλογή από πλευράς των αστών η από κάποιο κομμάτι τους ή θα πρέπει να αποκλειστεί ως περίπτωση; Θα μπορούσε, στο βαθμό που και λόγω των ίδιων των αδιεξόδων των αστικών σχεδίων και της πολιτικής και οικονομικής ρευστότητας που αυτά παράγουν, υπάρξει άμεσα ένα συνολικά άλλο πλαίσιο αστικής διαχείρισης για την κατάσταση στην Ευρώπη, μια άλλη κατεύθυνση μέσα από καταστροφές, με άλλο μίγμα πολιτικής, επιμερισμού του κόστους και απόσπασης των κερδών. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο το ζήτημα δεν θα είναι πια μόνο αν η Ελλάδα θα παραμείνει εντός του ευρώ και της ΕΕ αλλά αν η ΟΝΕ/ΕΕ θα υπάρχουν και με ποια μορφή. Πάντως στο βαθμό που οι όποιες τέτοιες εξελίξεις λάβουν χώρα με τους όρους της αστικής πολιτικής και όχι του λαϊκού παράγοντα, θα σηματοδοτήσουν όντως περαιτέρω θυσίες από τους εργαζόμενους που θα κληθούν να πληρώσουν το επιπλέον κόστος.

Κάθε φορά, σε κάθε ιστορική περίοδο οι γενικότερες κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές συγκρούσεις που διεξάγονται βρίσκουν σημεία – κρίκους που συμπυκνώνονται και τελικά κρίνονται. Για πολλούς από τους λόγους που αναφέρθηκαν και παραπάνω το ζήτημα της ΕΕ και του ευρώ δεμένο μαζί με αυτό του χρέους, για την Ελλάδα και τη γενικότερη περιοχή στην οποία ζούμε, αποτελούν μια τέτοια κρίσιμη καμπή, ένα τέτοιο σημείο συμπύκνωσης για το που θα πάει η κατάσταση. Με αυτό τον τρόπο το μεταχειρίζονται οι από πάνω, με τον ίδιο τρόπο πρέπει να απαντήσουν και οι από κάτω.

Η έξοδος της Ελλάδας από την ΕΕ και το ευρώ πρέπει και μπορεί σήμερα να αποτελεί πραγματικό και δεδηλωμένο στόχο πάλης του κινήματος μαζί με τη διαγραφή – μη αναγνώριση του χρέους και την κρατικοποίηση των εργοστασίων που κλείνουν, των τραπεζών, των στρατηγικών τομέων της οικονομίας. Δε γίνεται σήμερα να αρνηθείς ούτε καν τη νέα δανειακή σύμβαση – έκτρωμα αν δεν αρνηθείς ΕΕ και ευρωζώνη. Δε γίνεται να περάσει στο δημόσιο έλεγχο ένα εργοστάσιο που κλείνει σε μια χώρα της ΕΕ και του ευρώ, δε γίνεται να αρνηθεί κομμάτι ή ολόκληρο το χρέος μια τέτοια χώρα. Για αυτό η έξοδος από τα δεσμά ΕΕ- ΟΝΕ μπορεί να αποτελεί όχι το μοναδικό στόχο αλλά κρίσιμο κομμάτι ενός τέτοιου αντικαπιταλιστικού – επαναστατικού προγράμματος. Γιατί το συνέχει και το συνδέει, γιατί απαντάει με πολιτικό τρόπο στο ασφυκτικό πλαίσιο που έχουν συγκροτήσει οι δυνάμεις του κεφαλαίου γύρω μας, γιατί δεν αρνείται να δει που πραγματικά έχει μπει ο πήχης από τη μεριά του αντιπάλου και προσπαθεί ταυτόχρονα να κάνει το άλμα και να τον υπερβεί.

Δημοσιεύεται στις Αναιρέσεις #17

 

Advertisement

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.