Σκηνοθεσία κάποιας ρήξης
του Παναγιώτη Φραντζή
Τι ταρακουνάει το στερέωμα του ελληνικού κινηματογράφου; Ποιοι είναι και τι ζητούν οι «κινηματογραφιστές στην ομίχλη»; Από ποιον και γιατί υποδεικνύονται τα σωματεία του χώρου ως παράγοντες ανάσχεσης μιας ελπιδοφόρας πορείας, και γιατί τα τελευταία ξεπεράστηκαν από τις εξελίξεις; Πολλά τα ερωτήματα σε μια συζήτηση που μόλις άνοιξε.
Tο φετινό φθινόπωρο έφερε μεγάλη αναστάτωση στο χώρο του κινηματογράφου. Πυροδότες της έντασης, η καθυστέρηση αναμόρφωσης της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και τα συσσωρευμένα λειτουργικά προβλήματα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και των άλλων θεσμών, θέματα διαχείρισης και χρηματοδότησης των ταινιών. Τα σωματεία του χώρου (Ενωση Τεχνικών, Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών κ.λπ.) είδαν να ξεπερνιούνται από τις εξελίξεις και η δυναμική που αναπτύχθηκε έφερε στο προσκήνιο τη συλλογικότητα των «κινηματογραφιστών στην ομίχλη» (http:// fogfilms.org). Η έκτακτη συσπείρωση σκηνοθετών, σεναριογράφων και παραγωγών του ελληνικού κινηματογράφου διεκδικεί ενίσχυση της χρηματοδότησης της εγχώριας παραγωγής ταινιών, χωρίς να έρχεται σε ρήξη με τη βιομηχανία του θεάματος. «Η ισορροπία ανάμεσα στη βιομηχανική και στην καλλιτεχνική πλευρά του κινηματογράφου πρέπει να εξασφαλιστεί τόσο με την ενίσχυση των επιχειρηματιών του χώρου, όσο και του ΕΚΚ ή άλλων φορέων που θα στηρίζουν το σινεμά του δημιουργού και της πολυφωνίας» αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Με τους «κινηματογραφιστές στην ομίχλη» συντάσσεται και η Eπιτροπή για την Aναμόρφωση της Σχετικής Nομοθεσίας, την οποία απαρτίζουν οι Κώστας Γαβράς, Απόστολος Δοξιάδης, Γιώργος Λυκιαρδόπουλος, Χρήστος Μήτσης, Ελένη Μπερντέ, Τάσος Μπουλμέτης, Γιώργος Τζιώτζιος. Σε ανοικτή επιστολή που απευθύνουν στο νέο υπουργό Πολιτισμού με ημερομηνία 21/10/2009 καταγγέλλουν συμφέροντα κομματικά και συντεχνιακά, συμβιβασμούς και σκοπιμότητες κατηγορώντας επίσης τα σωματεία του χώρου για «σωρεία δυσλειτουργιών», που «οδήγησε σε πρακτικές συμβιβασμών, συναλλαγών και ισορροπιών, πρακτικές δηλαδή εξόχως αντικαλλιτεχνικές και βαθύτατα αναξιοκρατικές». Η επιτροπή των επτά φτάνει στο σημείο να συνιστά ανεξέλεγκτη κυβερνητική δράση – η ίδια η πολιτεία να παίρνει τις αποφάσεις και «να αντιπροσωπεύει δικές της επιλογές, εφόσον μάλιστα (η ευθύνη) αφορά στη διαχείριση δημοσίου χρήματος».
Αποστάσεις από την κίνηση «της ομίχλης», συμφωνώντας σε επιμέρους σημεία, κράτησε το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών. Κοινός άξονας η φορολόγηση των ιδιωτικών καναλιών (το περίφημο ανείσπραχτο 1,5% των εσόδων τους υπέρ του ΕΚΚ) και η στήριξη των νέων δημιουργών. Όμως το ΣΕΗ αρνείται τη χρηματοδότηση από το κράτος «παραγωγών πολυεθνικών εταιρειών ή μονοπωλιακών συγκροτημάτων», επιμένοντας για έναν «αποκλειστικά δημόσιο μηχανισμό παραγωγής και διανομής του καλλιτεχνικού έργου» για να μην αντιμετωπίζεται ο κινηματογράφος «ως εμπορικό προϊόν και να παραμείνει πολιτιστικό έργο, στο οποίο θα έχουν πρόσβαση όλοι οι εργαζόμενοι».
Καταλύτης για τη νέα κατάσταση στο ελληνικό σινεμά ήταν η μάλλον αναπάντεχη επιτυχία του Κυνόδοντα, της ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου, στο Φεστιβάλ των Καννών. Η θριαμβευτική υποδοχή του στη σφαίρα του διαδικτύου και η κοσμοσυρροή στις αίθουσες έδωσαν αφοπλιστικά επιχειρήματα σε μια νέα γενιά κινηματογραφιστών, που βλέπει τον εαυτό της να παραμένει εντός του μέλλοντος με όρους συγχωνευμένης ποιότητας και εμπορικότητας, ένα είδος πολιτιστικής αμφισβήτησης αποξενωμένης από το συλλογικό κόσμο των άμεσων παραγωγών, τα δικαιώματα των οποίων καταπατά η οπτικοακουστική βιομηχανία.
Η διαμάχη για τον κινηματογράφο αποτελεί έκφραση της κρίσης της τριακονταετίας, για τα ελληνικά δεδομένα, της ανολοκλήρωτης μετάβασης σε μια νεο-αστική μεταπολίτευση – στο πλαίσιο της οποίας έχουν συμπτυχθεί ετερόκλητες και αντιφατικές δυνάμεις υπό την ακάθεκτη ηγεμονία της αγίας επιχειρηματικότητας. Δεν είναι ότι έχουμε απέναντι έναν παντοδύναμο πολιτιστικό Λεβιάθαν, αλλά ένα κύκλωμα διαμόρφωσης καλαισθητικής κρίσης και γνώμης από τις εταιρικές δομές προς τα δίκτυα μαζικής επιρροής, αυτό το ζωτικό χώρο για το σύγχρονο κοινωνικό άνθρωπο: το διαδίκτυο, τα έντυπα, και φυσικά την τηλεόραση και τα παραδοσιακά μέσα. Είναι στην ίδια κοίτη ό,τι άκμασε τη δεκαετία του ’90 ως λάιφ στάιλ και η αμφισβήτησή του, όχι ακόμα η άρνησή του.
από την εβδομαδιαία εφημερίδα “ΠΡΙΝ” , δημοσιεύθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 2009
ΣΧΟΛΙΑΣΑΝ